Η καρωτίδα αρτηρία είναι μια μεγάλη αρτηρία που τροφοδοτεί με αίμα μεγάλο μέρος του εγκεφαλικού ημισφαιρίου. Υπάρχει μία σε κάθε πλευρά του τραχήλου που τροφοδοτεί την αντίστοιχη πλευρά του εγκεφάλου.
Η Καρωτιδική Νόσος αποτελεί την στένωση ή την απόφραξη των καρωτίδων αρτηριών και κυρίως οφείλεται στην αθηρωμάτωση (σκληρές πλάκες λιπιδίων και αιμοπεταλίων) του τοιχώματος του αγγείου.
Σχετίζεται με παράγοντες όπως:
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, η καρωτιδική νόσος συνδέεται με τους όλους τους παράγοντες που προάγουν την αθηρωμάτωση και συνήθως οι ασθενείς με Καρωτιδική Νόσο νοσούν και από Στεφανιαία Νόσο και Περιφερική Αγγειοπάθεια.
Στην περίπτωση σημαντικής στένωσης της καρωτίδας, ρήξης της αθηρωματικής πλάκας ή παρουσίας έλκους στην πλάκα (εύθραυστη πλάκα) αποκολλούνται θρόμβοι ή υλικό της πλάκας και μεταφέρονται στην εγκεφαλική κυκλοφορία, δηλαδή προκαλούν εμβολισμό και ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (το κοινώς αποκαλούμενο εγκεφαλικό). Η νευρολογική βλάβη μπορεί να είναι μόνιμη ή και προσωρινή ανάλογα με το σημείο και το βάρος της εμβολής.
Συμπτώματα ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου από καρωτιδική νόσο:
Τα περισσότερα από τα ανωτέρω συμπτώματα μπορούν να προκληθούν κι από άλλες παθήσεις. Είναι σημαντικό να ζητήσετε την συμβουλή του αγγειοχειρουργού σας για την σωστή διάγνωση αλλά και για την κατάλληλη θεραπεία.
Πριν φτάσουμε στην θεραπεία, η διάγνωση πρέπει να τίθεται με υπέρηχο καρωτίδων (ή αλλιώς triplex) και με αξονική αγγειογραφία τραχήλου-κρανίου. Εναλλακτική της αξονικής είναι η μαγνητική αγγειογραφία αλλά μόνο σε μερικές περιπτώσεις.
Εφόσον επιβεβαιωθεί η διάγνωση, ακολουθεί η βέλτιστη φαρμακευτική αγωγή και η χειρουργική αντιμετώπιση (ενδαρτηρεκτομή καρωτίδας) ή η ενδαγγειακή αντιμετώπιση (stenting καρωτίδας).
Η επιλογή της μεθόδου θεραπείας τίθεται από καθαρά κλινικά κριτήρια και όχι από την προσωπική επιλογή του ασθενή ή του ιατρού, καθώς σε αντίθετη περίπτωση αναφέρονται βαριές επιπλοκές που θα μπορούσαν σε μεγάλο βαθμό να αποφευχθούν.
Η ενημέρωση μέσω της ιστοσελίδας δεν μπορεί φυσικά να υποκαταστήσει τη διάγνωση και δεν παρέχει πληροφορίες προς διάγνωση κατ΄οίκον. Οι ασθενείς θα πρέπει να αξιολογούν τις πληροφορίες και να απευθύνονται άμεσα σε ιατρό όταν χρειάζεται.